Η Κάκια Αναλυτή γεννήθηκε σαν σήμερα το 1934 στον Πειραιά. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, όπου δίδασκε ο Δημήτρης Ροντήρης, και το 1955 έκανε το ντεμπούτο της στο θεατρικό σανίδι με τον θίασο του Διονύση Παγουλάτου, στο «Φιόρε του λεβάντε» του Γρηγόρη Ξενόπουλου.
Ακολούθησε συνεργασία με τον θίασο του Αδαμάντιου Λεμού στον «Αγαπητικό της βοσκοπούλας» και με το «Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο» του Μάνου Κατράκη στο έργο «Βαθιές είναι οι ρίζες».
Συνεργαζόμενη με τον θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη, έπαιξε σε πολλά έργα, κυρίως κωμωδίες («Μάμα», «Η κυρία δε με μέλλει», «Κλέφτρα αγάπη μου», «Άσπρο, μαύρο, κόκκινο», «Μαθήματα ηθικής», «Μαριάνα Πινέδα»). Στον θίασο αυτό γνώρισε και παντρεύτηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’50 τον Κώστα Ρηγόπουλο, με τον οποίο απέκτησε μία κόρη, την ηθοποιό Ζωή Ρηγοπούλου.
Ο Ρηγόπουλος και η Αναλυτή παντρεύτηκαν τρεις μήνες μετά τη γνωριμία τους.
Τους χώρισε μόνο ο θάνατος. Έμειναν μαζί για 46 χρόνια, έως το 2001, που τους χώρισε ο θάνατος του ηθοποιού. Ο Ρηγόπουλος πέθανε σε ηλικία 70 ετών, μετά από τρίμηνη νοσηλεία στο Θριάσιο Νοσοκομείο με βαρύ εγκεφαλικό. Η Κάκια Αναλυτή κατέρρευσε. Από τότε, όπως λένε οι δικοί της άνθρωποι, άρχισε να μαραζώνει.
«Έτσι αστραπιαία, δεν μπορούσαμε να κάνουμε ο ένας χωρίς τον άλλο», έγραψε ο Ρηγόπουλος στο βιβλίο του. Ο ηθοποιός, πριν φύγει από τη ζωή, είχε γράψει ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο, με τίτλο «Το παραμύθι της ζωής μου» (εκδόσεις Γκοβόστη), στο οποίο περιέγραφε τη γνωριμία του και τον έρωτά του με την Κάκια Αναλυτή: «Στο συνοικιακό θεατράκι της Καλλιθέας λοιπόν είχαμε αρχίσει ήδη πρόβες για το δεύτερο έργο που ήταν το «Φιόρο του Λεβάντε». Ένα πρωί, ίσως και την πρώτη μέρα που αρχίσαμε πρόβες στο δεύτερό μας έργο, βλέπω μια χαριτωμένη κοπελίτσα να κουβεντιάζει με τον Διονύση τον Παγουλάτο. Αμέσως κάτι σκίρτησε μέσα μου. Μ’ άρεσε αυτή η κοπελίτσα όσο δεν μου είχε αρέσει ποτέ καμία άλλη ως τότε. Μόλις έφυγε ρώτησα τον Νιόνιο, ρε συ Νιόνιο ποια είναι αυτή; Μια νέα ηθοποιός που τελειώνει αυτές τις μέρες την σχολή του Ροντήρη, την λένε Κάκια Αναλυτή, μου λέει. Το άλλο πρωί ήταν κι αυτή στην πρόβα. Δεν ξέρω τι ήταν αυτό που με τράβηξε τόσο πολύ σ’ αυτό το κοριτσάκι, ώστε μέσα στις πρόβες και στην εβδομάδα που κράτησε το έργο, ερωτευθήκαμε. Έτσι αστραπιαία δεν μπορούσαμε να κάνουμε ο ένας χωρίς τον άλλον. Κι από τότε πέρασαν 30 χρόνια. Και μπορεί να περάσαμε κάποια συννεφάκια ή κάποια ψιλοβρόχια στη μακρόχρονη αυτή διάρκεια, αλλά δεν αντιμετωπίσαμε ποτέ μας μια νεροποντή ή μια καταιγίδα που θα κατάφερνε να μας χωρίσει. Το λέω με όλη μου την καρδιά αυτό, είμαι το ίδιο ερωτευμένος με την Κάκια, όπως ήμουνα και τότε. Άσχετο αν η δουλειά μας κάνει πολλές φορές να τα τσουγγρίζουμε, μικρή σημασία έχει αυτό.
»Δεν ζήσαμε όλα αυτά τα χρόνια με συμβιβασμούς. Αγαπιόμαστε πραγματικά. Είχε γερά θεμέλια από την αρχή αυτός ο έρωτας, γι αυτό δεν μπόρεσε να τον γκρεμίσει τίποτα και κανένας ή καμία. Η Κάκια είναι για μένα το παν και είμαι σίγουρος πως το ίδιο είμαι κι εγώ για κείνην. Ο έρωτάς μας άρχισε όπως σας είπα στο Φιόρο του Λεβάντε και φούντωσε πιο πολύ όταν παίξαμε τον «Έβδομο ουρανό», που ήμασταν το ερωτευμένο ζευγάρι και στη σκηνή. Μεγάλος έρωτας. Αφάνταστη αγάπη, πάθος, στοργή, συμπαράσταση, βοήθεια και όλα τα μεγάλα συναισθήματα που μπορεί να έχει ένας παντοτινός δεσμός. Γελάτε, γελάτε όσο θέλετε και ειρωνευτείτε μας όσο σας αρέσει»….
Η καλλιτεχνική πορεία της Κάκιας Αναλυτή
Ακολούθησαν συνεργασίες με τη «Νέα Σκηνή» του Κωστή Λειβαδέα, του Ντίνου Ηλιόπουλου, της Κατερίνας Ανδρεάδη, του Νίκου Χατζίσκου (1962, στην «Όπερα της πεντάρας» του Μπρεχτ). Την περίοδο 1962-1963 με τον Κ. Ρηγόπουλο και τον Γιάννη Αργύρη συνέπτυξαν θίασο και ανέβασαν την κοινωνική ηθογραφία των Βαγγέλη Γκούφα – Βασίλη Ανδρεόπουλου «Μια πόρτα δραχμές πεντακόσιες».
Τον χειμώνα του 1963 δημιουργείται ο θίασος Ρηγόπουλου – Αναλυτή και το θέατρο (χειμερινό και καλοκαιρινό) «Αναλυτή», όπου μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’90 το ζεύγος ανέβασε πολλά έργα, κυρίως μπουλβάρ. Η μεγάλη επιτυχία (1967) και επί χρόνια επαναλαμβανόμενη, του θιασαρχικού ζεύγους, με υποκριτικά κυρίαρχη την Κάκια Αναλυτή, ήταν η κωμωδία «Αγάπη μου Ουάουα».
Μετά την επιτυχία αυτή, το ζευγάρι ανέβασε τα έργα: «Ερωτάς και πολιτική», «Το αυτί του Αλέξανδρου», «Ένα κρεβάτι για τρεις», «Λεωφορείον ο πόθος», «Η καρυδόπιτα», «Ο επιθεωρητής έρχεται», «Γυάλινος κόσμος», «Φθινοπωρινή ιστορία» κ.ά. Ο τελευταίος ρόλος της Κάκιας Αναλυτή στο θέατρο που έφερε το όνομά της ήταν στο «Σε φιλώ στη μούρη» του Γ. Διαλεγμένου (1997-98).
Στη δεκαετία του ’50 άρχισε και η κινηματογραφική καριέρα της Κάκιας Αναλυτή, σε κωμικούς και δραματικούς ρόλους ενζενί. Μεταξύ των ταινιών της είναι οι εξής: «Ανθισμένη αμυγδαλιά», «Ματωμένο ηλιοβασίλεμα», «Ματωμένα στέφανα», «Θρίαμβος», «Λαός και Κολωνάκι», «Διαζύγιο αλά ελληνικά», «Εικοσιτέσσερις ώρες ζωντοχήρα», «Η βίλα των οργιών», «Σταχτοπούτα», «Μια του κλέφτη» με τον Δημήτρη Χορν κ.ά.
Πέθανε την 1η Ιουνίου 2002, σε ηλικία 68 ετών.